συνταγογραφώ

Νέα ελληνικά (el)

Ετυμολογία

συνταγογραφώ < συνταγογραφία +

Ρήμα

συνταγογραφώ (παθητική φωνή: συνταγογραφούμαι)

  • συντάσσω συνταγή
    Με το νέο σύστημα ο γιατρός θα συνταγογραφεί στον ηλεκτρονικό υπολογιστή με τον ΑΜΚΑ του ασθενούς τη διάγνωση, το φάρμακο που χρειάζεται, την ποσότητα, τη δοσολογία και την οικονομική συμμετοχή του ασθενούς. (*)

Συγγενικά

Κλίση

Μεταφράσεις

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.