συγχαρητήρια

Νέα ελληνικά (el)

 πτώσεις   πληθυντικός  
ονομαστική τα συγχαρητήρια
      γενική των συγχαρητηρίων
    αιτιατική τα συγχαρητήρια
     κλητική συγχαρητήρια
Κατηγορία όπως «πρόσωπο» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

συγχαρητήρια < ουσιαστικοποιημένο ουδέτερο του επιθέτου συγχαρητήριος στον πληθυντικό < συγχαίρω < συν + χαίρω (χαίρομαι με τη χαρά σας). Πρόθημα (συν-) συγ-

Προφορά

ΔΦΑ : /siŋ.xa.ɾiˈti.ɾi.a/

Ουσιαστικό

συγχαρητήρια ουδέτερο, μόνο στον πληθυντικό

  • έκφραση που λέγεται όταν θέλει κανείς να συγχαρεί κάποιον· δείχνει την χαρά και την έγκριση του ομιλητή για μία πράξη έκανε τρίτος
    ο διευθυντής έδωσε τα συγχαρητήριά του στους μαθητές που αρίστευσαν

Μεταφράσεις

Κλιτικός τύπος επιθέτου

συγχαρητήρια

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.