στατιστικά

Νέα ελληνικά (el)

Ετυμολογία

στατιστικά < στατιστικός +

Επίρρημα

στατιστικά

  1. σύμφωνα με τα δεδομένα της στατιστικής
  2. από στατιστική άποψη

Μεταφράσεις

Κλιτικός τύπος επιθέτου

στατιστικά

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.