σταμναγκάθι
Νέα ελληνικά (el)
| ↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
|---|---|---|---|---|
| ονομαστική | το | σταμναγκάθι | τα | σταμναγκάθια |
| γενική | του | σταμναγκαθιού | των | σταμναγκαθιών |
| αιτιατική | το | σταμναγκάθι | τα | σταμναγκάθια |
| κλητική | σταμναγκάθι | σταμναγκάθια | ||
| Οι καταλήξεις -ιού, -ια, -ιών προφέρονται με συνίζηση. | ||||
| Κατηγορία όπως «τραγούδι» - Παράρτημα:Ουσιαστικά | ||||
Ουσιαστικό
σταμναγκάθι ουδέτερο
- είδος χόρτου με επιστημονική ονομασία Cichorium Spinosum, δημοφιλές βρώσιμο χόρτο της Κρήτης
Μεταφράσεις
σταμναγκάθι
|
|
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.