σέβω

Μεσαιωνικά ελληνικά (gkm)

Ετυμολογία

σέβω < λείπει η ετυμολογία

Ρήμα

σέβω, παθητική φωνή: σέβομαι

  • ζητούμενο λήμμα

Συγγενικά

Διαφορετικό το σεβαίνω < εἰσβαίνω

Πηγές



Αρχαία ελληνικά (grc)

  • ζητούμενο λήμμα

Πηγές

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.