ραδιοφωταύγεια
Νέα ελληνικά (el)
| ↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
|---|---|---|---|---|
| ονομαστική | η | ραδιοφωταύγεια | οι | ραδιοφωταύγειες |
| γενική | της | ραδιοφωταύγειας | των | ραδιοφωταυγειών |
| αιτιατική | τη | ραδιοφωταύγεια | τις | ραδιοφωταύγειες |
| κλητική | ραδιοφωταύγεια | ραδιοφωταύγειες | ||
| Κατηγορία όπως «θάλασσα» - Παράρτημα:Ουσιαστικά | ||||
Ουσιαστικό
ραδιοφωταύγεια θηλυκό
- φωταύγεια που προκαλείται από την έκθεση ενός σώματος σε ιοντίζουσα ακτινοβολία
Μεταφράσεις
ραδιοφωταύγεια
|
|
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.