ραβδοκώδικας

Νέα ελληνικά (el)

 πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο ραβδοκώδικας οι ραβδοκώδικες
      γενική του ραβδοκώδικα των ραβδοκωδίκων
    αιτιατική τον ραβδοκώδικα τους ραβδοκώδικες
     κλητική ραβδοκώδικα ραβδοκώδικες
Κατηγορία όπως «φύλακας» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

ραβδοκώδικας < ράβδος + -ο- + κώδικας ((μεταφραστικό δάνειο) αγγλική barcode)

Ουσιαστικό

ραβδοκώδικας αρσενικό

Συγγενικά

Μεταφράσεις

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.