προμελέτησις

Μεσαιωνικά ελληνικά (gkm)

Ετυμολογία

προμελέτησις < λείπει η ετυμολογία

Ουσιαστικό

προμελέτησις θηλυκό

  1. εκ των προτέρων μελέτη, προγενέστερη μελέτη
  2. προσχεδιασμός αξιόποινης πράξης
      16ος αιώνας (γλώσσα: όψιμη μεσαιωνική, εκκλησιαστική) Θεοδόσιος Ζυγομαλάς, Σύνοψις-Παράφρασις, Ν.32
    Ἀμή ἄν κάμῃ τόν φόνον μετά προμελετήσεως καί σκέψεως, τότε καί στανικῶς τόν κάμνουσι καλόγηρον.
    Perentidis S., Théodose Zygomalas, Paraphrase de la Synopsis minor. [Forschungen zur byzantinischen Rechtsgeschichte. Athener Reihe herausgegeben von S. Troianos], Aθήνα 1994, σελ. 250

Εκφράσεις

Συγγενικά

  • ἀπρομελέτητος
  • προμελέτημα
  • προμελετῶ

Κλιτικοί τύποι

  • προμελετήσεως (γενική ενικού)

Πηγές


Αρχαία ελληνικά (grc)

ελληνιστική κοινή (αρχαία κλίση)
δε μαρτυρείται δυϊκός αριθμός
 πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική προμελέτησῐς αἱ προμελετήσεις
      γενική τῆς προμελετήσεως τῶν προμελετήσεων
      δοτική τῇ προμελετήσει ταῖς προμελετήσεσῐ(ν)
    αιτιατική τὴν προμελέτησῐν τὰς προμελετήσεις
     κλητική ! προμελέτησῐ προμελετήσεις
  δυϊκός
ονομ-αιτ-κλ τὼ  προμελετήσει
γεν-δοτ τοῖν  προμελετησέοιν
3η κλίση, Κατηγορία 'δύναμις' όπως «δύναμις» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

προμελέτησις < λείπει η ετυμολογία

Ουσιαστικό

προμελέτησις, -εως θηλυκό (ελληνιστική κοινή)

  • προηγούμενη πρακτική ή άσκηση μιας τέχνης, προηγούμενη μελέτη
      4ος κε αιώνας Μέγας Βασίλειος, Enarratio in prophetam Isaiam, @catholiclibrary.org
    Προλήνιον δὲ καὶ ἡ προπαρασκευὴ ἡ διὰ τοῦ νόμου, καὶ προμελέτησις εἰς εὐσέβειαν· καὶ καθ' ὃ μὲν εἰς ἑνότητα ἄγει, ληνός· καθ' ὃ δὲ προπαρασκευὴ τε λειοτέρων, ἐστὶ προλήνιον.
      4ος/5ος κε αιώνας Κύριλλος Α΄ Αλεξανδρείας, Σχόλια στο κατά Ιωάννην Ευαγγέλιο, @catholiclibrary.org
    ὁ νόμος μὲν γὰρ σκιὰν ἔχων καὶ τύπον ” μέχρι καιροῦ διορθώσεως“ ἐπικείμενον, κατὰ τὴν τοῦ Παύλου φωνὴν, ” παιδαγωγὸς ἡμῶν γέγονεν “εἰς Χριστὸν,” καὶ προμελέτησιν ὥσπερ τινὰ τῆς κατ' εὐσέβειαν ἀρετῆς εἰσεκόμιζε.
    ΣτΕ: Τα δύο παραπάνω παραθέματα αναφέρονται στη σημασία της διδασκαλίας της Π.Δ. για την προαγωγή της ευσέβειας και της αρετής των χριστιανών. Για τον χριστιανισμό ο Νόμος θεωρείται ως προπαρασκευή για την εν Χριστώ και κατά Χριστόν ζωή.

Συγγενικά

  • προμελετάω
  •  δείτε και τη λέξη μελετάω

Πηγές

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.