προζύμι

Νέα ελληνικά (el)

 πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το προζύμι τα προζύμια
      γενική του προζυμιού των προζυμιών
    αιτιατική το προζύμι τα προζύμια
     κλητική προζύμι προζύμια
Οι καταλήξεις -ιού, -ια, -ιών προφέρονται με συνίζηση.
Κατηγορία όπως «τραγούδι» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

προζύμι < προ + ζύμη

Ουσιαστικό

προζύμι ουδέτερο

  • μικρή ποσότητα της ζυμαριού (συνήθως για ψωμί) από προηγούμενο ζύμωμα που αφήνεται να υποστεί ζύμωση και χρησιμεύει για την παραγωγή νέας ζύμης (αντί για μαγιά μπύρας)

Μεταφράσεις

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.