πολύτυπος

Νέα ελληνικά (el)

 πτώσεις       ενικός      
γένη  αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική ο πολύτυπος η πολύτυπη το πολύτυπο
      γενική του πολύτυπου της πολύτυπης του πολύτυπου
    αιτιατική τον πολύτυπο την πολύτυπη το πολύτυπο
     κλητική πολύτυπε πολύτυπη πολύτυπο
 πτώσεις   πληθυντικός  
γένη  αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική οι πολύτυποι οι πολύτυπες τα πολύτυπα
      γενική των πολύτυπων των πολύτυπων των πολύτυπων
    αιτιατική τους πολύτυπους τις πολύτυπες τα πολύτυπα
     κλητική πολύτυποι πολύτυπες πολύτυπα
Κατηγορία όπως «όμορφος» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές

Ετυμολογία

πολύτυπος < πολυ- + τύπος ((μεταφραστικό δάνειο) αγγλική multigrade[1])

Επίθετο

πολύτυπος, -η, -ο

Μεταφράσεις

  1. πολύτυπος - Χαραλαμπάκης, Χριστόφορος (επιμέλεια) (2014). Χρηστικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας. Αθήνα: Ακαδημία Αθηνών. (ψηφιοποιημένη έκδοση από το 2023, συντομογραφίες-σύμβολα)
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.