παραπανιστός
Νέα ελληνικά (el)
| ↓ πτώσεις | ενικός | |||||
|---|---|---|---|---|---|---|
| γένη → | αρσενικό | θηλυκό | ουδέτερο | |||
| ονομαστική | ο | παραπανιστός | η | παραπανιστή | το | παραπανιστό |
| γενική | του | παραπανιστού | της | παραπανιστής | του | παραπανιστού |
| αιτιατική | τον | παραπανιστό | την | παραπανιστή | το | παραπανιστό |
| κλητική | παραπανιστέ | παραπανιστή | παραπανιστό | |||
| ↓ πτώσεις | πληθυντικός | |||||
| γένη → | αρσενικό | θηλυκό | ουδέτερο | |||
| ονομαστική | οι | παραπανιστοί | οι | παραπανιστές | τα | παραπανιστά |
| γενική | των | παραπανιστών | των | παραπανιστών | των | παραπανιστών |
| αιτιατική | τους | παραπανιστούς | τις | παραπανιστές | τα | παραπανιστά |
| κλητική | παραπανιστοί | παραπανιστές | παραπανιστά | |||
| Κατηγορία όπως «καλός» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές | ||||||
Ετυμολογία
- παραπανιστός < παραπάν(ω) + -ιστός ή παραπανίσ(ιος) + -τός {• Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;
Πηγές
- ⌘ Δημητράκος, Δημήτριος Β. (1964) Μέγα λεξικὸν ὅλης τῆς Ἑλληνικῆς γλώσσης, 1930-1950. 2η έκδοση:1964. Αθήνα: Εκδόσεις: Δομή (15 τόμοι) & επανεκδόσεις, 1η έκδοση:1953 (9 τόμοι) Ελληνική Παιδεία, .
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.