παγοθραυστικός
Νέα ελληνικά (el)
| ↓ πτώσεις | ενικός | |||||
|---|---|---|---|---|---|---|
| γένη → | αρσενικό | θηλυκό | ουδέτερο | |||
| ονομαστική | ο | παγοθραυστικός | η | παγοθραυστική | το | παγοθραυστικό |
| γενική | του | παγοθραυστικού | της | παγοθραυστικής | του | παγοθραυστικού |
| αιτιατική | τον | παγοθραυστικό | την | παγοθραυστική | το | παγοθραυστικό |
| κλητική | παγοθραυστικέ | παγοθραυστική | παγοθραυστικό | |||
| ↓ πτώσεις | πληθυντικός | |||||
| γένη → | αρσενικό | θηλυκό | ουδέτερο | |||
| ονομαστική | οι | παγοθραυστικοί | οι | παγοθραυστικές | τα | παγοθραυστικά |
| γενική | των | παγοθραυστικών | των | παγοθραυστικών | των | παγοθραυστικών |
| αιτιατική | τους | παγοθραυστικούς | τις | παγοθραυστικές | τα | παγοθραυστικά |
| κλητική | παγοθραυστικοί | παγοθραυστικές | παγοθραυστικά | |||
| Κατηγορία όπως «καλός» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές | ||||||
Ετυμολογία
- παγοθραυστικός < παγοθραύστης
Μεταφράσεις
παγοθραυστικός
|
|
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.