ουγγρόφωνος
Νέα ελληνικά (el)
| ↓ πτώσεις | ενικός | |||||
|---|---|---|---|---|---|---|
| γένη → | αρσενικό | θηλυκό | ουδέτερο | |||
| ονομαστική | ο | ουγγρόφωνος | η | ουγγρόφωνη | το | ουγγρόφωνο |
| γενική | του | ουγγρόφωνου | της | ουγγρόφωνης | του | ουγγρόφωνου |
| αιτιατική | τον | ουγγρόφωνο | την | ουγγρόφωνη | το | ουγγρόφωνο |
| κλητική | ουγγρόφωνε | ουγγρόφωνη | ουγγρόφωνο | |||
| ↓ πτώσεις | πληθυντικός | |||||
| γένη → | αρσενικό | θηλυκό | ουδέτερο | |||
| ονομαστική | οι | ουγγρόφωνοι | οι | ουγγρόφωνες | τα | ουγγρόφωνα |
| γενική | των | ουγγρόφωνων | των | ουγγρόφωνων | των | ουγγρόφωνων |
| αιτιατική | τους | ουγγρόφωνους | τις | ουγγρόφωνες | τα | ουγγρόφωνα |
| κλητική | ουγγρόφωνοι | ουγγρόφωνες | ουγγρόφωνα | |||
| Κατηγορία όπως «όμορφος» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές | ||||||
Επίθετο
ουγγρόφωνος, -η, -ο
Συγγενικά
- ουγγροφωνία
Μεταφράσεις
ουγγρόφωνος
|
|
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.