ντουζίνα
Νέα ελληνικά (el)
| ↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
|---|---|---|---|---|
| ονομαστική | η | ντουζίνα | οι | ντουζίνες |
| γενική | της | ντουζίνας | των | (ντουζίνων) |
| αιτιατική | την | ντουζίνα | τις | ντουζίνες |
| κλητική | ντουζίνα | ντουζίνες | ||
| Κατηγορία όπως «ελπίδα» - Παράρτημα:Ουσιαστικά | ||||
Μεταφράσεις
ντουζίνα
|
→ δείτε τη λέξη δωδεκάδα |
Αναφορές
- ντουζίνα - Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής (1998) του Ιδρύματος Μανόλη Τριανταφυλλίδη (συντομογραφίες-σύμβολα). Η Πύλη για την ελληνική γλώσσα, Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.