μυγόχεσμα
Νέα ελληνικά (el)
| ↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
|---|---|---|---|---|
| ονομαστική | το | μυγόχεσμα | τα | μυγοχέσματα |
| γενική | του | μυγοχέσματος | των | μυγοχεσμάτων |
| αιτιατική | το | μυγόχεσμα | τα | μυγοχέσματα |
| κλητική | μυγόχεσμα | μυγοχέσματα | ||
| Κατηγορία όπως «όνομα» - Παράρτημα:Ουσιαστικά | ||||
Ετυμολογία
Προφορά
- ΔΦΑ : /miˈɣo.çe.zma/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : μυ‐γό‐χε‐σμα
Μεταφράσεις
μυγόχεσμα
|
|
Πηγές
- μυγόχεσμα - Χαραλαμπάκης, Χριστόφορος (επιμέλεια) (2014). Χρηστικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας. Αθήνα: Ακαδημία Αθηνών. (ψηφιοποιημένη έκδοση από το 2023, συντομογραφίες-σύμβολα)
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.