μυγοπαγίδα

Νέα ελληνικά (el)

 πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η μυγοπαγίδα οι μυγοπαγίδες
      γενική της μυγοπαγίδας των μυγοπαγίδων
    αιτιατική τη μυγοπαγίδα τις μυγοπαγίδες
     κλητική μυγοπαγίδα μυγοπαγίδες
Κατηγορία όπως «ελπίδα» - Παράρτημα:Ουσιαστικά
μυγοπαγίδα

Ετυμολογία

μυγοπαγίδα < μύγ(α) + -ο- + παγίδα

Ουσιαστικό

μυγοπαγίδα θηλυκό

  • παγίδα για μύγες (συνήθως μια ταινία αλειμμένη με κολλώδη ουσία)

Μεταφράσεις

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.