μικροϋπολογιστής
Νέα ελληνικά (el)
| ↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
|---|---|---|---|---|
| ονομαστική | ο | μικροϋπολογιστής | οι | μικροϋπολογιστές |
| γενική | του | μικροϋπολογιστή | των | μικροϋπολογιστών |
| αιτιατική | τον | μικροϋπολογιστή | τους | μικροϋπολογιστές |
| κλητική | μικροϋπολογιστή | μικροϋπολογιστές | ||
| Κατηγορία όπως «ποιητής» - Παράρτημα:Ουσιαστικά | ||||
Ετυμολογία
- μικροϋπολογιστής < μικρο- + υπολογιστής ((μεταφραστικό δάνειο) αγγλική microcomputer)
Ουσιαστικό
μικροϋπολογιστής αρσενικό
- (υλικό υπολογιστή) μικρή υπολογιστική μηχανή με μικροεπεξεργαστή
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.