μικροκυκλοφορία

Νέα ελληνικά (el)

 πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η μικροκυκλοφορία οι μικροκυκλοφορίες
      γενική της μικροκυκλοφορίας των μικροκυκλοφοριών
    αιτιατική τη μικροκυκλοφορία τις μικροκυκλοφορίες
     κλητική μικροκυκλοφορία μικροκυκλοφορίες
Κατηγορία όπως «σοφία» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

μικροκυκλοφορία < μικρο- + κυκλοφορία ((μεταφραστικό δάνειο) αγγλική microcirculation[1])

Ουσιαστικό

μικροκυκλοφορία θηλυκό

Μεταφράσεις

Αναφορές

  1. μικροκυκλοφορία - Χαραλαμπάκης, Χριστόφορος (επιμέλεια) (2014). Χρηστικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας. Αθήνα: Ακαδημία Αθηνών. (ψηφιοποιημένη έκδοση από το 2023, συντομογραφίες-σύμβολα)
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.