μικροκατασκευή
Νέα ελληνικά (el)
| ↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
|---|---|---|---|---|
| ονομαστική | η | μικροκατασκευή | οι | μικροκατασκευές |
| γενική | της | μικροκατασκευής | των | μικροκατασκευών |
| αιτιατική | τη | μικροκατασκευή | τις | μικροκατασκευές |
| κλητική | μικροκατασκευή | μικροκατασκευές | ||
| Κατηγορία όπως «ψυχή» - Παράρτημα:Ουσιαστικά | ||||
Μεταφράσεις
μικροκατασκευή
|
|
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.