μεταπελευθερωτικός
Νέα ελληνικά (el)
| ↓ πτώσεις | ενικός | |||||
|---|---|---|---|---|---|---|
| γένη → | αρσενικό | θηλυκό | ουδέτερο | |||
| ονομαστική | ο | μεταπελευθερωτικός | η | μεταπελευθερωτική | το | μεταπελευθερωτικό |
| γενική | του | μεταπελευθερωτικού | της | μεταπελευθερωτικής | του | μεταπελευθερωτικού |
| αιτιατική | τον | μεταπελευθερωτικό | τη | μεταπελευθερωτική | το | μεταπελευθερωτικό |
| κλητική | μεταπελευθερωτικέ | μεταπελευθερωτική | μεταπελευθερωτικό | |||
| ↓ πτώσεις | πληθυντικός | |||||
| γένη → | αρσενικό | θηλυκό | ουδέτερο | |||
| ονομαστική | οι | μεταπελευθερωτικοί | οι | μεταπελευθερωτικές | τα | μεταπελευθερωτικά |
| γενική | των | μεταπελευθερωτικών | των | μεταπελευθερωτικών | των | μεταπελευθερωτικών |
| αιτιατική | τους | μεταπελευθερωτικούς | τις | μεταπελευθερωτικές | τα | μεταπελευθερωτικά |
| κλητική | μεταπελευθερωτικοί | μεταπελευθερωτικές | μεταπελευθερωτικά | |||
| Κατηγορία όπως «καλός» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές | ||||||
Ετυμολογία
- μεταπελευθερωτικός < μετα- + απελευθερωτικός
Επίθετο
μεταπελευθερωτικός
- που συμβαίνει ή γίνεται μετά από την απελευθέρωση κάποιας χώρας (π.χ. για την Ελλάδα μετά από το 1944)
Αντώνυμα
Συγγενικά
- μεταπελευθερωτικά
- → δείτε τις λέξεις ελευθερώνω και ελεύθερος
Μεταφράσεις
μεταπελευθερωτικός
|
|
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.