μεταξισμός
Νέα ελληνικά (el)
| ↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
|---|---|---|---|---|
| ονομαστική | ο | μεταξισμός | οι | μεταξισμοί |
| γενική | του | μεταξισμού | των | μεταξισμών |
| αιτιατική | τον | μεταξισμό | τους | μεταξισμούς |
| κλητική | μεταξισμέ | μεταξισμοί | ||
| Κατηγορία όπως «ναός» - Παράρτημα:Ουσιαστικά | ||||
Προφορά
- ΔΦΑ : /me.ta.ksiˈzmos/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : με‐τα‐ξι‐σμός
Κύριο όνομα
μεταξισμός αρσενικό
- (πολιτική, ιστορία) πολιτική ιδεολογία που σχετίζεται με τον Έλληνα δικτάτορα Ιωάννη Μεταξά, η οποία επιδίωκε την αναγέννηση του ελληνικού έθνους και την καθιέρωση μιας σύγχρονης πολιτισμικά ομοιογενούς Ελλάδας
- ※ Ο Μεταξισμός, όρος που πρωτοδιατύπωσε η εφημερίδα «Πρωία» ήδη από τη δεκαετία του ’20, δεν χαρακτηρίζει πλέον μόνο την πολιτική του ηγέτη των Ελευθεροφρόνων. Ο Μεταξισμός, στη διάρκεια της δικτατορίας της 4ης Αυγούστου, απεδείχθη και όρος ιδεολογικός.
- Μιχάλης Κατσίγερας, Η ιδεολογία της «4ης Αυγούστου», Η Καθημερινή, 7 Αυγούστου 2016
- ※ Ο Μεταξισμός, όρος που πρωτοδιατύπωσε η εφημερίδα «Πρωία» ήδη από τη δεκαετία του ’20, δεν χαρακτηρίζει πλέον μόνο την πολιτική του ηγέτη των Ελευθεροφρόνων. Ο Μεταξισμός, στη διάρκεια της δικτατορίας της 4ης Αυγούστου, απεδείχθη και όρος ιδεολογικός.
Μεταφράσεις
μεταξισμός
|
|
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.