μαγνητοταινία
Νέα ελληνικά (el)
| ↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
|---|---|---|---|---|
| ονομαστική | η | μαγνητοταινία | οι | μαγνητοταινίες |
| γενική | της | μαγνητοταινίας | των | μαγνητοταινιών |
| αιτιατική | τη | μαγνητοταινία | τις | μαγνητοταινίες |
| κλητική | μαγνητοταινία | μαγνητοταινίες | ||
| Κατηγορία όπως «σοφία» - Παράρτημα:Ουσιαστικά | ||||
Ουσιαστικό
μαγνητοταινία θηλυκό, πληθυντικός μαγνητοταινίες
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.