κουμούνι
Νέα ελληνικά (el)
| ↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
|---|---|---|---|---|
| ονομαστική | το | κουμούνι | τα | κουμούνια |
| γενική | — | — | ||
| αιτιατική | το | κουμούνι | τα | κουμούνια |
| κλητική | κουμούνι | κουμούνια | ||
| Η κατάληξη του πληθυντικού -ια προφέρεται με συνίζηση. | ||||
| Κατηγορία όπως «παιδάκι» - Παράρτημα:Ουσιαστικά | ||||
Ετυμολογία
- κουμούνι < κομμούνι με τροπή άρθρωσης [o] > [u] και απλοποιήση των δύο ⟨μμ⟩ • Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;
Προφορά
- ΔΦΑ : /kuˈmu.ni/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : κου‐μού‐νι
Ουσιαστικό
κουμούνι ουδέτερο
- (πολιτική, προφορικό, μειωτικό) άλλη μορφή του κομμούνι: ο κομμουνιστής
Σύνθετα
Μεταφράσεις
κουμούνι
|
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.