κομμούνι
Νέα ελληνικά (el)
| ↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
|---|---|---|---|---|
| ονομαστική | το | κομμούνι | τα | κομμούνια |
| γενική | — | — | ||
| αιτιατική | το | κομμούνι | τα | κομμούνια |
| κλητική | κομμούνι | κομμούνια | ||
| Η κατάληξη του πληθυντικού -ια προφέρεται με συνίζηση. | ||||
| Κατηγορία όπως «παιδάκι» - Παράρτημα:Ουσιαστικά | ||||
Ετυμολογία
- κομμούνι < κομμουν(ιστής) + υποκοριστικό επίθημα -ι [1]
Προφορά
- ΔΦΑ : /koˈmu.ni/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : κομ‐μού‐νι
- κομούνι
- κουμμούνι
Μεταφράσεις
Αναφορές
- κομμούνι - Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής (1998) του Ιδρύματος Μανόλη Τριανταφυλλίδη (συντομογραφίες-σύμβολα). Η Πύλη για την ελληνική γλώσσα, Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.