κοτοπουλάκι

Νέα ελληνικά (el)

 πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το κοτοπουλάκι τα κοτοπουλάκια
      γενική
    αιτιατική το κοτοπουλάκι τα κοτοπουλάκια
     κλητική κοτοπουλάκι κοτοπουλάκια
Η κατάληξη του πληθυντικού -ια προφέρεται με συνίζηση.
Κατηγορία όπως «παιδάκι» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

κοτοπουλάκι < υποκοριστικό του ουσιαστικού κοτόπουλο (+ -άκι)

Ουσιαστικό

κοτοπουλάκι ουδέτερο

Μεταφράσεις

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.