καμινετάκι

Νέα ελληνικά (el)

 πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το καμινετάκι τα καμινετάκια
      γενική
    αιτιατική το καμινετάκι τα καμινετάκια
     κλητική καμινετάκι καμινετάκια
Η κατάληξη του πληθυντικού -ια προφέρεται με συνίζηση.
Κατηγορία όπως «παιδάκι» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

καμινετάκι < καμινέτο + υποκοριστικό επίθημα -άκι

Ουσιαστικό

καμινετάκι ουδέτερο

Συγγενικά

Μεταφράσεις

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.