καλησπερούδια

Νέα ελληνικά (el)

Ετυμολογία

καλησπερούδια < καλησπέρ(α) + -ούδια, πληθυντικός του -ούδι

Προφορά

ΔΦΑ : /ka.li.speˈɾu.ðʝa/
τυπογραφικός συλλαβισμός: καλησπερούδια

Επιφώνημα

καλησπερούδια

Ουσιαστικό

 πτώσεις   πληθυντικός  
ονομαστική τα καλησπερούδια
      γενική
    αιτιατική τα καλησπερούδια
     κλητική καλησπερούδια
Η κατάληξη -ια προφέρεται με συνίζηση.
Κατηγορία όπως «παιδάκι» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

καλησπερούδια ουδέτερο, μόνο στον πληθυντικό

Μεταφράσεις

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.