καληνυχτούδια
Νέα ελληνικά (el)
Ετυμολογία
- καληνυχτούδια < καληνύχτ(α) + -ούδια, πληθυντικός του -ούδι
Προφορά
- ΔΦΑ : /ka.li.niˈxtu.ðʝa/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : κα‐λη‐νυ‐χτού‐δια
Ουσιαστικό
| ↓ πτώσεις | πληθυντικός | |||
|---|---|---|---|---|
| ονομαστική | τα | καληνυχτούδια | ||
| γενική | — | |||
| αιτιατική | τα | καληνυχτούδια | ||
| κλητική | καληνυχτούδια | |||
| Η κατάληξη -ια προφέρεται με συνίζηση. | ||||
| Κατηγορία όπως «παιδάκι» - Παράρτημα:Ουσιαστικά | ||||
καληνυχτούδια ουδέτερο, μόνο στον πληθυντικό
- το καληνύχτισμα
- ≈ συνώνυμα: οι καληνύχτες
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.