κακοταίριασμα
| Αυτό το λήμμα χρειάζεται επιμέλεια, ώστε να ανταποκρίνεται σε υψηλότερες προδιαγραφές συντακτικής ποιότητας ή μορφοποίησης. |
έτσι ώστε να υπάρχει ομοιομορφία με τις υπόλοιπες σελίδες. Παρακαλούμε βγάλτε αυτή την ετικέτα εάν θεωρείτε ότι η μορφή της σελίδας ταιριάζει με τα στάνταρντ του Βικιλεξικού. |
Νέα ελληνικά (el)
| ↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
|---|---|---|---|---|
| ονομαστική | το | κακοταίριασμα | τα | κακοταιριάσματα |
| γενική | του | κακοταιριάσματος | των | κακοταιριασμάτων |
| αιτιατική | το | κακοταίριασμα | τα | κακοταιριάσματα |
| κλητική | κακοταίριασμα | κακοταιριάσματα | ||
| Κατηγορία όπως «όνομα» - Παράρτημα:Ουσιαστικά | ||||
Προφορά
/?/
Ουσιαστικό
το κακοταίριασμα (el) ουδέτερο
- το παραταίριασμα, συνδυασμός παράταιρων συστατικών
- για υλικά που δεν εφαρμόζουν σωστά
- το κακοταίριασμα του φαγωμένου-φθαρμένου κλειδιού στην κλειδαριά, με ανάγκασε-υποχρέωσε να φέρω-καλέσω κλειδαρά
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.