ιμαζισμός
Παρακαλούμε συμπληρώστε, τεκμηριώστε το λήμμα και βγάλτε αυτή την ετικέτα εάν θεωρείτε ότι το λήμμα ανταποκρίνεται στα κριτήρια του Βικιλεξικού. |
Νέα ελληνικά (el)
| ↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
|---|---|---|---|---|
| ονομαστική | ο | ιμαζισμός | οι | ιμαζισμοί |
| γενική | του | ιμαζισμού | των | ιμαζισμών |
| αιτιατική | τον | ιμαζισμό | τους | ιμαζισμούς |
| κλητική | ιμαζισμέ | ιμαζισμοί | ||
| Κατηγορία όπως «ναός» - Παράρτημα:Ουσιαστικά | ||||
Ετυμολογία
- ιμαζισμός < (λόγιο δάνειο) αγγλική imagism < image + -ισμός
Ουσιαστικό
ιμαζισμός αρσενικό
- (λογοτεχνία) λογοτεχνικό ρεύμα ή κίνημα που χρησιμοποιεί την εικονοποιία
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.