θυμοσοφία

Νέα ελληνικά (el)

 πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η θυμοσοφία οι θυμοσοφίες
      γενική της θυμοσοφίας των θυμοσοφιών
    αιτιατική τη θυμοσοφία τις θυμοσοφίες
     κλητική θυμοσοφία θυμοσοφίες
Κατηγορία όπως «σοφία» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

θυμοσοφία < θυμόσοφ(ος) -ία [1]

Ουσιαστικό

θυμοσοφία θηλυκό

Συγγενικά

Μεταφράσεις

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.