ηρωίδα

Νέα ελληνικά (el)

 πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η ηρωίδα οι ηρωίδες
      γενική της ηρωίδας των ηρωίδων
    αιτιατική την ηρωίδα τις ηρωίδες
     κλητική ηρωίδα ηρωίδες
Κατηγορία όπως «ελπίδα» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

ηρωίδα < αρχαία ελληνική ἡρωίς

Ουσιαστικό

ηρωίδα θηλυκό

Μεταφράσεις

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.