ζυμομύκητας
Νέα ελληνικά (el)
| ↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
|---|---|---|---|---|
| ονομαστική | ο | ζυμομύκητας | οι | ζυμομύκητες |
| γενική | του | ζυμομύκητα | των | ζυμομυκήτων |
| αιτιατική | τον | ζυμομύκητα | τους | ζυμομύκητες |
| κλητική | ζυμομύκητα | ζυμομύκητες | ||
| Κατηγορία όπως «φύλακας» - Παράρτημα:Ουσιαστικά | ||||
Προφορά
- ΔΦΑ : /zi.moˈmi.ci.tas/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : ζυ‐μο‐μύ‐κη‐τας
Συγγενικά
- ζυμομυκητίαση
- → δείτε τις λέξεις ζύμη και μύκητας
Μεταφράσεις
ζυμομύκητας
|
Αναφορές
- ζυμομύκητας - Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής (1998) του Ιδρύματος Μανόλη Τριανταφυλλίδη (συντομογραφίες-σύμβολα). Η Πύλη για την ελληνική γλώσσα, Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.