ζοριλίκι

Νέα ελληνικά (el)

 πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το ζοριλίκι τα ζοριλίκια
      γενική
    αιτιατική το ζοριλίκι τα ζοριλίκια
     κλητική ζοριλίκι ζοριλίκια
Η κατάληξη του πληθυντικού -ια προφέρεται με συνίζηση.
Κατηγορία όπως «παιδάκι» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

ζοριλίκι < ζόρι + -ιλίκι

Ουσιαστικό

ζοριλίκι ουδέτερο

Συνώνυμα

Συγγενικά

  •  δείτε τη λέξη ζόρι

Μεταφράσεις

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.