εργατοτεχνικός
Νέα ελληνικά (el)
| ↓ πτώσεις | ενικός | |||||
|---|---|---|---|---|---|---|
| γένη → | αρσενικό | θηλυκό | ουδέτερο | |||
| ονομαστική | ο | εργατοτεχνικός | η | εργατοτεχνική | το | εργατοτεχνικό |
| γενική | του | εργατοτεχνικού | της | εργατοτεχνικής | του | εργατοτεχνικού |
| αιτιατική | τον | εργατοτεχνικό | την | εργατοτεχνική | το | εργατοτεχνικό |
| κλητική | εργατοτεχνικέ | εργατοτεχνική | εργατοτεχνικό | |||
| ↓ πτώσεις | πληθυντικός | |||||
| γένη → | αρσενικό | θηλυκό | ουδέτερο | |||
| ονομαστική | οι | εργατοτεχνικοί | οι | εργατοτεχνικές | τα | εργατοτεχνικά |
| γενική | των | εργατοτεχνικών | των | εργατοτεχνικών | των | εργατοτεχνικών |
| αιτιατική | τους | εργατοτεχνικούς | τις | εργατοτεχνικές | τα | εργατοτεχνικά |
| κλητική | εργατοτεχνικοί | εργατοτεχνικές | εργατοτεχνικά | |||
| Κατηγορία όπως «καλός» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές | ||||||
Ετυμολογία
- εργατοτεχνικός < εργατοτεχν(ίτης) + -ικός[1]
Προφορά
- ΔΦΑ : /eɾ.ɣa.to.te.xniˈkos/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : ερ‐γα‐το‐τε‐χνι‐κός
Επίθετο
εργατοτεχνικός, -ή, -ό
- ο σχετικός με τους εργατοτεχνίτες
- ο σχετικός με εργάτες και τεχνίτες γενικά
- ※ Εν τω μεταξύ και μέχρι να προκηρυχθούν οι νέες θέσεις εργατοτεχνικού προσωπικού, η ΔΕΗ, τόνισε ο ίδιος, θα καλύπτει τις έκτακτες ανάγκες της με προσωπικό που απασχολείται με σύμβαση εργασίας ορισμένου χρόνου 8μηνης διάρκειας και με το καθεστώς των 60 ημερομισθίων.
- Χρύσα Λιάγγου, Η διοίκηση της ΔΕΗ αντιμετώπισε με κοινωνική ευαισθησία τους ανέργους της Κοζάνης, Η Καθημερινή, 7 Φεβρουαρίου 2007
- ※ Εν τω μεταξύ και μέχρι να προκηρυχθούν οι νέες θέσεις εργατοτεχνικού προσωπικού, η ΔΕΗ, τόνισε ο ίδιος, θα καλύπτει τις έκτακτες ανάγκες της με προσωπικό που απασχολείται με σύμβαση εργασίας ορισμένου χρόνου 8μηνης διάρκειας και με το καθεστώς των 60 ημερομισθίων.
Μεταφράσεις
εργατοτεχνικός
|
|
Αναφορές
- εργατοτεχνικός - Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής (1998) του Ιδρύματος Μανόλη Τριανταφυλλίδη (συντομογραφίες-σύμβολα). Η Πύλη για την ελληνική γλώσσα, Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.