επαγγελία
Νέα ελληνικά (el)
| ↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
|---|---|---|---|---|
| ονομαστική | η | επαγγελία | οι | επαγγελίες |
| γενική | της | επαγγελίας | των | επαγγελιών |
| αιτιατική | την | επαγγελία | τις | επαγγελίες |
| κλητική | επαγγελία | επαγγελίες | ||
| Κατηγορία όπως «σοφία» - Παράρτημα:Ουσιαστικά | ||||
Ετυμολογία
- επαγγελία < αρχαία ελληνική ἐπαγγελία
Εκφράσεις
- η γη της Επαγγελίας: (α) (στη Βίβλο) η γη Χαναάν, αυτή που είχε υποσχεθεί ο Θεός στους Εβραίους (β) (μεταφορικά) ο τόπος όπου ελπίζουμε ότι θα εκπληρωθούν τα όνειρά μας
- παράδειγμα: ... το τροπικό αυτό γαλλικό «διαμέρισμα» αποτελεί για αναρίθμητους παράνομους μετανάστες Ελντοράδο. Κάποιοι βρίσκουν απασχόληση στις οικοδομές, άλλοι ψάχνουν χρυσό και κάποιες γυναίκες τον πλούσιο Ευρωπαίο σύζυγο. Και όλοι μαζί αναζητούν την Ευρώπη ως άλλη γη της Επαγγελίας. (από την εφημερίδα ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ, 13 Ιανουαρίου 2010)
Μεταφράσεις
επαγγελία
|
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.