ενώ

Νέα ελληνικά (el)

Ετυμολογία

ενώ < (κληρονομημένο) μεσαιωνική ελληνική ἐνῶ < αρχαία ελληνική ἐν ᾧ

Προφορά

ΔΦΑ : /eˈno/
τυπογραφικός συλλαβισμός: ενώ
ομόηχο: αινώ

Σύνδεσμος

ενώ

  1. (εκφράζει ταυτόχρονο γεγονός) καθώς, όσο
    χρειάζεται παράδειγμα
  2. (εκφράζει αντίθεση) παρόλο που, αν και
  3. (εκφράζει αιτιολογία) αφού

Μεταφράσεις

Πηγές

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.