δυσφημία
Νέα ελληνικά (el)
| ↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
|---|---|---|---|---|
| ονομαστική | η | δυσφημία | οι | δυσφημίες |
| γενική | της | δυσφημίας | των | δυσφημιών |
| αιτιατική | τη | δυσφημία | τις | δυσφημίες |
| κλητική | δυσφημία | δυσφημίες | ||
| Κατηγορία όπως «σοφία» - Παράρτημα:Ουσιαστικά | ||||
Ετυμολογία
- δυσφημία < αρχαία ελληνική δυσφημία
Μεταφράσεις
δυσφημία
|
|
Αρχαία ελληνικά (grc)
| ↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
|---|---|---|---|---|
| ονομαστική | η | δυσφημία | οι | δυσφημίες |
| γενική | της | δυσφημίας | των | δυσφημιών |
| αιτιατική | τη | δυσφημία | τις | δυσφημίες |
| κλητική | δυσφημία | δυσφημίες | ||
| Κατηγορία όπως «σοφία» - Παράρτημα:Ουσιαστικά | ||||
Ετυμολογία
- δυσφημία < δύσφημος
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.