διαβητολόγος

Νέα ελληνικά (el)

 πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο/η διαβητολόγος οι διαβητολόγοι
      γενική του/της διαβητολόγου των διαβητολόγων
    αιτιατική τον/τη διαβητολόγο τους/τις διαβητολόγους
     κλητική διαβητολόγε διαβητολόγοι
Κατηγορία όπως «ζωγράφος» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

διαβητολόγος < διαβήτ(ης) + -ο- + -λόγος. Δείτε και διαβητολογία

Ουσιαστικό

διαβητολόγος αρσενικό ή θηλυκό

Συγγενικά

Μεταφράσεις

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.