βενθοπελαγικός

Νέα ελληνικά (el)

 πτώσεις       ενικός      
γένη  αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική ο βενθοπελαγικός η βενθοπελαγική το βενθοπελαγικό
      γενική του βενθοπελαγικού της βενθοπελαγικής του βενθοπελαγικού
    αιτιατική τον βενθοπελαγικό τη βενθοπελαγική το βενθοπελαγικό
     κλητική βενθοπελαγικέ βενθοπελαγική βενθοπελαγικό
 πτώσεις   πληθυντικός  
γένη  αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική οι βενθοπελαγικοί οι βενθοπελαγικές τα βενθοπελαγικά
      γενική των βενθοπελαγικών των βενθοπελαγικών των βενθοπελαγικών
    αιτιατική τους βενθοπελαγικούς τις βενθοπελαγικές τα βενθοπελαγικά
     κλητική βενθοπελαγικοί βενθοπελαγικές βενθοπελαγικά
Κατηγορία όπως «καλός» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές

Ετυμολογία

βενθοπελαγικός < πέλαγος και βένθος

Επίθετο

βενθοπελαγικός,ή,ό

  • χαρακτηρισμός ζώνης του πυθμένα η οποία εκτείνεται περίπου 200 μέτρα πάνω από αυτόν αλλά και χαρακτηρισμός των ψαριών που ζουν σε αυτό το μεγάλο βάθος -για ψάρια που κινούνται στη ζώνη αυτή και όχι πάνω στον πυθμένα.


Μεταφράσεις

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.