αυτοραδιογράφημα

Νέα ελληνικά (el)

 πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το αυτοραδιογράφημα τα αυτοραδιογραφήματα
      γενική του αυτοραδιογραφήματος των αυτοραδιογραφημάτων
    αιτιατική το αυτοραδιογράφημα τα αυτοραδιογραφήματα
     κλητική αυτοραδιογράφημα αυτοραδιογραφήματα
Κατηγορία όπως «όνομα» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

αυτοραδιογράφημα < αυτο- + ράδιο + γράφημα

Ουσιαστικό

αυτοραδιογράφημα ουδέτερο

Μεταφράσεις

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.