αρχιμουσικός
Νέα ελληνικά (el)
| ↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
|---|---|---|---|---|
| ονομαστική | ο | αρχιμουσικός | οι | αρχιμουσικοί |
| γενική | του | αρχιμουσικού | των | αρχιμουσικών |
| αιτιατική | τον | αρχιμουσικό | τους | αρχιμουσικούς |
| κλητική | αρχιμουσικέ | αρχιμουσικοί | ||
| Κατηγορία όπως «ναός» - Παράρτημα:Ουσιαστικά | ||||
Μεταφράσεις
αρχιμουσικός
|
|
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.