ανθυποβρύχιο

Νέα ελληνικά (el)

 πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το ανθυποβρύχιο τα ανθυποβρύχια
      γενική του ανθυποβρύχιου
& ανθυποβρυχίου
των ανθυποβρύχιων
& ανθυποβρυχίων
    αιτιατική το ανθυποβρύχιο τα ανθυποβρύχια
     κλητική ανθυποβρύχιο ανθυποβρύχια
Οι δεύτεροι τύποι, παλιότεροι, λόγιοι.
Κατηγορία όπως «βούτυρο» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

ανθυποβρύχιο < ανθ- + υποβρύχιο ((μεταφραστικό δάνειο) αγγλική submarine chaser)

Ουσιαστικό

ανθυποβρύχιο ουδέτερο

Συγγενικά

Μεταφράσεις

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.