αμφιμονοσημαντότητα
Νέα ελληνικά (el)
| ↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
|---|---|---|---|---|
| ονομαστική | η | αμφιμονοσημαντότητα | οι | αμφιμονοσημαντότητες |
| γενική | της | αμφιμονοσημαντότητας | των | αμφιμονοσημαντοτήτων |
| αιτιατική | την | αμφιμονοσημαντότητα | τις | αμφιμονοσημαντότητες |
| κλητική | αμφιμονοσημαντότητα | αμφιμονοσημαντότητες | ||
| Κατηγορία όπως «σάλπιγγα» - Παράρτημα:Ουσιαστικά | ||||
Ετυμολογία
- αμφιμονοσημαντότητα < αμφιμονοσήμαντος + -ότητα
Μεταφράσεις
αμφιμονοσημαντότητα
|
|
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.