ακαταστασικός
Παρακαλούμε συμπληρώστε, τεκμηριώστε το λήμμα και βγάλτε αυτή την ετικέτα εάν θεωρείτε ότι το λήμμα ανταποκρίνεται στα κριτήρια του Βικιλεξικού. |
Νέα ελληνικά (el)
| ↓ πτώσεις | ενικός | |||||
|---|---|---|---|---|---|---|
| γένη → | αρσενικό | θηλυκό | ουδέτερο | |||
| ονομαστική | ο | ακαταστασικός | η | ακαταστασική | το | ακαταστασικό |
| γενική | του | ακαταστασικού | της | ακαταστασικής | του | ακαταστασικού |
| αιτιατική | τον | ακαταστασικό | την | ακαταστασική | το | ακαταστασικό |
| κλητική | ακαταστασικέ | ακαταστασική | ακαταστασικό | |||
| ↓ πτώσεις | πληθυντικός | |||||
| γένη → | αρσενικό | θηλυκό | ουδέτερο | |||
| ονομαστική | οι | ακαταστασικοί | οι | ακαταστασικές | τα | ακαταστασικά |
| γενική | των | ακαταστασικών | των | ακαταστασικών | των | ακαταστασικών |
| αιτιατική | τους | ακαταστασικούς | τις | ακαταστασικές | τα | ακαταστασικά |
| κλητική | ακαταστασικοί | ακαταστασικές | ακαταστασικά | |||
| Κατηγορία όπως «καλός» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές | ||||||
Επίθετο
ακαταστασικός
- (επιστήμη υπολογιστών) για σύστημα, υπηρεσία ή πρωτόκολλο στο οποίο η παρούσα κατάσταση δεν έχει σχέση ή επίγνωση (είναι ανεξάρτητη) της προηγούμενης
- ↪ ακαταστασικό πρωτόκολλο πελάτη-εξυπηρετητή
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.