αγγειοπιεσίνη

Νέα ελληνικά (el)

 πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η αγγειοπιεσίνη οι αγγειοπιεσίνες
      γενική της αγγειοπιεσίνης των αγγειοπιεσινών
    αιτιατική την αγγειοπιεσίνη τις αγγειοπιεσίνες
     κλητική αγγειοπιεσίνη αγγειοπιεσίνες
Κατηγορία όπως «νίκη» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

αγγειοπιεσίνη < αγγείο + -ο- + πίεση + -ίνη

Ουσιαστικό

αγγειοπιεσίνη θηλυκό

Συνώνυμα

Μεταφράσεις

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.