Ωρολογόπουλος

Νέα ελληνικά (el)

 πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο Ωρολογόπουλος οι Ωρολογόπουλοι
& Ωρολογοπουλαίοι1
      γενική του Ωρολογόπουλου
& Ωρολογοπούλου
των Ωρολογόπουλων2
& Ωρολογοπουλαίων
    αιτιατική τον Ωρολογόπουλο τους Ωρολογόπουλους3
& Ωρολογοπουλαίους
     κλητική Ωρολογόπουλε Ωρολογόπουλοι
& Ωρολογοπουλαίοι
 1. Οι δεύτεροι τύποι, προφορικοί, οικείοι.
 2. Παρωχημένη γενική πληθυντικού: Ωρολογοπούλων
 3. Παρωχημένη αιτιατική πληθυντικού: Ωρολογοπούλους
Ονοματεπώνυμα - Κατηγορία όπως «Παπαδόπουλος» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

Ωρολογόπουλος < επώνυμο Ρολογάς (ως λόγια εκδοχή επαγγελματικού επωνύμου)·[1] μορφολογικά αναλύεται σε Ωρολογ(άς) + -όπουλος.

Κύριο όνομα

Ωρολογόπουλος αρσενικό (θηλυκό Ωρολογοπούλου)

Μεταγραφές

Αναφορές

  1. Βλ. Μανόλης Τριανταφυλλίδης (²1995), Τα οικογενειακά μας ονόματα, επιμέλεια: Ε.Σ. Στάθης. Θεσσαλονίκη: Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, Ινστιτούτο Νεοελληνικών Σπουδών (Ίδρυμα Μανόλη Τριανταφυλλίδη). ISBN 9602310103. 1η έκδοση, μεταθανάτια: 1982, σελ. 45.
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.