Χούνη
Νέα ελληνικά (el)
| ↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
|---|---|---|---|---|
| ονομαστική | η | Χούνη | οι | Χούνες |
| γενική | της | Χούνης | των | Χουνών |
| αιτιατική | τη | Χούνη | τις | Χούνες |
| κλητική | Χούνη | Χούνες | ||
| Κατηγορία όπως «νίκη» - Παράρτημα:Ουσιαστικά | ||||
Ουσιαστικό
Χούνη θηλυκό
- χωριά της Ελλάδας
- ορεινό χωριό της Αιτωλοακαρνανίας
- ορεινό χωριό της Αρκαδίας στην Κυνουρία
Συγγενικά
- Παλαιοχούνη
Μεταφράσεις
Χούνη
|
|
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.