Χαλκιάς

Νέα ελληνικά (el)

 πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο Χαλκιάς οι Χαλκιάδες
      γενική του Χαλκιά των Χαλκιάδων
    αιτιατική τον Χαλκιά τους Χαλκιάδες
     κλητική Χαλκιά Χαλκιάδες
Ονοματεπώνυμα - Κατηγορία όπως «Παλαμάς (κλίση: ψαράς)» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

Χαλκιάς < επάγγελμα χαλκιάς

Προφορά

ΔΦΑ : /xalˈcas/
τυπογραφικός συλλαβισμός: Χαλκιάς

Κύριο όνομα

Χαλκιάς αρσενικό (θηλυκό Χαλκιά)

Μεταγραφές

Πηγές

  • Ντίνας, Κ. 1995. Kοζανίτικα επώνυμα (1759-1916). Kοζάνη: Iνστιτούτο Bιβλίου και Aνάγνωσης (Yπουργείο Πολιτισμού-Δήμος Kοζάνης)
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.