Χάλαρα

Νέα ελληνικά (el)

Ετυμολογία

Χάλαρα < χάλαρα πληθυντικός αριθμός του χάλαρο

Προφορά

ΔΦΑ : /ˈxa.la.ɾa/
τυπογραφικός συλλαβισμός: Χάλαρα
ομόηχο: χάλαρα
τονικό παρώνυμο: χαλαρά

Κύριο όνομα

Χάλαρα ουδέτερο, μόνο στον πληθυντικό

  1. παραλίες της Ελλάδας
    1. παραλία στη νότια Αμρογό
    2. παραλία και όρμος στην ανατολική Ανάφη
  2. τοποθεσία στη Σύρο

Μεταφράσεις

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.